Κ.
Διευθυντά.
Στο
υπ' αριθμόν 1130 της 26-9-2013 φύλλο της έγκριτης εφημερίδας σας, δημοσιεύσατε
στις σελίδες 5 έως 7, άρθρο με τίτλο "Εμφύλιος στα Γιαννιτσά από τα
γεγονότα της 14ης Σεπτεμβρίου" όπου είναι καταχωρημένες και οι θέσεις του
κ. Θ.Αχτσόγλου στις οποίες με υπότιτλο "Ο "πανηγυρικός" της
ημέρας," σχολιάζει την ομιλία μου που εκφωνήθηκε στον Ομαδικό Τάφο των
Γιαννιτσών, ανήμερα της θλιβερής επετείου.
Για
την αποκατάσταση της αλήθειας και για την ενημέρωση των αναγνωστών σας από μια
αμερόληπτη και ουδέτερη, με πνεύμα ομοψυχίας και ενότητας θέση, σας
επισυνάπτω την συγκεκριμένη ιστορική μου αναφορά, η οποία αποτελεί και
απάντηση στους σχολιασμούς του παραπάνω συντάκτη και παρακαλώ για την
δημοσίευσή της.
Με εκτίμηση
ΒΑΣΙΛΗΣ
ΤΡΑΟΥΔΑΣ
Αντιστράτηγος
Αστυνομίας ε.α
Μέλος
του Δ.Σ. της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας
Γιαννιτσών
" Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ"
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΓΙΑΝΝΙΤΣΑ 14-9-1944 -
ΟΜΑΔΙΚΟΣ ΤΑΦΟΣ
Γυρίζοντας
το ρολόι του χρόνου 69 χρόνια πίσω,στις 14 Σεπτεμβρίου 1944, ημέρα Πέμπτη, του
Σταυρού, ερχόμαστε στην ημερομηνία κατά την οποία έμελλε να «σταυρωθούν» τα
Γιαννιτσά και να γίνουν άλλος ένας τόπος μαρτυρίου..
Γεγονότα
θλιβερά, μηνύματα επίκαιρα και σκηνές αλησμόνητες για πολλούς, μας θυμίζουν
ότι αυτή η πόλη πλήρωσε με μια μεγάλη σφαγή την ανδρεία και τον πατριωτισμό των
κατοίκων της.
Τιμούμε
σήμερα τους νεκρούς που σημάδεψαν με τη θυσία τους τούτη την πόλη.
Στεκόμαστε,απέναντι
από μια μαρμάρινη πλάκα, πάνω στην οποία είναι γραμμένα τα ονόματα ηρώων, συμπολιτών
μας,που στην ανάγνωσή τους και μόνο, νιώθουμε συγκίνηση, αισθανόμαστε πιο
Έλληνες, πιο γενναίοι, πιο πατριώτες, προβληματισμένοι όμως από τα τραγικά
γεγονότα.
Τότε η
πατρίδα μας ήταν υπό Γερμανική κατοχή.
Ο γερμανικός
κατακτητικός στρατός, αυτή την περίοδο συνειδητοποιεί την επικίνδυνη γι' αυτόν
κατάσταση, υποχωρεί με βραδύ ρυθμό, επειδή δεχεται αδιάκοπα τα πλήγματα των ανταρτών
και των αντιστασιακών και προβαίνει παντού σε πρωτοφανείς αγριότητες, που
αποτελούν όμως σπασμωδικές ενέργειές του. Αλλά αυτή η δράση των ανταρτών και
των ομοιδεατών τους στις πόλεις και στα χωριά, συχνά κοστίζει βαριά στον άοπλο
ελληνικό λαό, που αντιμετωπίζει το εκδικητικό μένος των κατακτητών. Μέσα σε
τέτοια, συνοπτικά, ταραγμένη ατμόσφαιρα συντελέστηκαν στα Γιαννιτσά κατά τις
14 Σεπτεμβρίου 1944 ορισμένα συγκλονιστικά συμβάντα, που αποτελούν το
μελανότερο κεφάλαιο της τοπικής μας ιστορίας.
Οι Γιαννιτσιώτες, οργανωμένοι στην αντίσταση
ή όχι, ήταν αρκετά ενημερωμένοι για τις εξελίξεις στα διάφορα μέτωπα του πολέμου,
τις ήττες, τις υποχωρήσεις και τις συμπτύξεις των γερμανικών στρατευμάτων.
Μέσα στα Γιαννιτσά οι κατακτητές έχοντας περιορίσει τελευταία κατά πολύ τις
δυνάμεις τους, διέθεταν όχι περισσότερους από 100 στρατιώτες και τους ένοπλους
Έλληνες συνεργάτες τους. Εξάλλου οι συμπολίτες μας ήταν εξοικειωμένοι με τα
διάφορα μέτρα τρομοκρατίας και έβρισκαν τρόπους να τα αντιμετωπίζουν. Συνήθως
και κυρίως οι άντρες, για να γλιτώσουν τη φυλάκιση, τα βασανιστήρια, τα
στρατόπεδα συγκεντρώσεων ή τις εκτελέσεις, ζητούσαν καταφύγιο μακριά από τα
σπίτια τους, σε συγγενείς ή φίλους ή στον βάλτο, μέσα σε πρόχειρες καλύβες, ή
στην περιοχή του Πάϊκου, κάτω από την προστασία των ανταρτών, ή σε άλλες
πόλεις και χωριά.
Εκείνο
όμως που συνετέλεσε στο να ξεχειλίσει το ποτήρι των κατοχικών δυνάμεων, ήταν η
αποχώρηση από τον Γερμανικό στρατό και η μετάβασή του στους αντάρτες του Πάϊκου,
του Αυστριακού στρατονόμου 'Οτμαρ Ντορν, με τη μεσολάβηση εμπίστων του, Γιαννιτσιωτών.
Για την πληρέστερη κατανόηση των διαθέσεων των
κατακτητών, πρέπει να έχει κανείς υπόψη του ότι οι Γερμανοί εφάρμοζαν την
τακτική των αντιποίνων στον άμαχο πληθυσμό για πράξεις και ενέργειες που
στρέφονταν εναντίον τους. Έτσι είχαν διακηρύξει ότι για την απώλεια ενός
στρατιώτη τους θα εκτελούνταν 50 Έλληνες,ενώ για κάθε σκοτωμένο συνεργάτη τους,
θα πλήρωναν με τη ζωή τους 5-10 αντίπαλοί τους.
Στην
περιοχή μας ήδη κάποια πρόγευση αντιποίνων γνώρισαν οι κάτοικοι του
Ελευθεροχωρίου τον Μάρτιο του 1944, με την πυρπόληση του χωριού τους και τους
φόνους συγχωριανών τους, επειδή οι Γερμανοί έπαθαν μεγάλη ζημιά εκεί,
πέφτοντας σε ενέδρα ανταρτών.
Η
παρουσία και η δράση του λοχία των SS, Φριτς Σούμπερχ
(γνωστού από τη θηριωδία του Χορτιάτη και άλλων περιοχών ), ήταν καθοριστική
για την εξέλιξη των γεγονότων.
Από
το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου, προμηνυόταν μεγάλο κακό στα Γιαννιτσά.
Οι πυροβολισμοί ήταν συνεχείς, χωρίς να μπορεί να προσδιοριστεί αμέσως από
ποιους και γιατί γίνονταν. Μέσα σε όλη την πόλη παρατηρούνταν μεγάλη κινητοποίηση
Γερμανών και συνεργατών τους, οι οποίοι οδηγούσαν άμαχους Γιαννιτσιώτες από όλα
τα σημεία της πόλης, με την αγωνία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους, σε δυο
χώρους:
Τους
άντρες και τους έφηβους στο 1ο Δημοτικό σχολείο και τις γυναίκες με τα μικρά
παιδιά τους, στο πάρκο του Αγίου Γεωργίου.
Η κακοποίηση και ο ξυλοδαρμός ήταν επίσης
κανόνας για τους εισερχόμενους στον χώρο του σχολείου, τον λεγόμενο ειρωνικά
"στρούγκα", από τη σημερινή οδό Κύπρου, όπου ήταν παραταγμένοι
ένοπλοι, κάτω από την εποπτεία του Σούμπερτ και του Φρουράρχου Μαξ Ρέσκο. Εκει
είχαν οδηγηθεί ο Δήμαρχος της πόλης Θωμάς Μαγκριώτης, ιερείς, επιστήμονες, υπάλληλοι,
επιχειρηματίες, αγρότες κλπ. Οι συγκεντρωμένοι ήταν λιγότεροι από 1.000, με
διαχωρισμένους τους άντρες από τους εφήβους. Οι υπεύθυνοι της συγκέντρωσης, δεν
ήταν διόλου ικανοποιημένοι από τον μικρό σχετικά αριθμό των αντρών, σε μια
πόλη που αριθμούσε 13.000 περίπου κατοίκους,σύμφωνα με την απογραφή του 1940.
Καθισμένοι στο έδαφος
όλοι οι μαντρωμένοι Γιαννιτσιώτες, περίμεναν με μεγάλη αγωνία την εξέλιξη. Σε
λίγη ώρα θα έβλεπαν να ξετυλίγονται μπροστά τους φρικιαστικές
σκηνές. Κάποια στιγμή
οι ένστολοι ,με εντολή του Σούμπερτ, ξεχώρισαν μια ομάδα νέων, τούς έστειλαν σε
γειτονικά σπίτια για να προμηθευτούν σκαπτικά εργαλεία και χωρισμένους σε
βάρδιες, τούς διέταξαν να ανοίξουν μεγάλο λάκκο, μεγέθους ενός δωματίου που
έμελλε να γίνει ο τάφος αθώων Γιαννιτσιωτών.
Ο βασανισμός και το μαρτύριο πολλών
μελλοθανάτων αντρών, εκτελούνταν στον λεγόμενο "διάδρομο του
θανάτου", δηλαδή ανάμεσα σε δυο παράλληλες σειρές ενόπλων μπροστά στον
λάκκο. Μετά την οδυνηρή εκείνη δοκιμασία, τουφεκίζονταν επί τόπου. Μερικοί
σπρώχνονταν ζωντανοί στον λάκκο κι αν δεν δέχονταν την χαριστική βολή εκεί
μέσα, ξεψυχούσαν βασανιστικά αργότερα.
Ο Σούμπερτ, μη μπορώντας να ανεχθεί τον
ηρωισμό του
δημάρχου της πόλης, ο οποίος αρνήθηκε με τόλμη να κατονομάσει τους Έλληνες αγωνιστές μέλη της αντίστασης, διατάζει την εκτέλεση του, μαζί με ορισμένους υπαλλήλους του δήμου, σε άλλο χώρο, μακρυά από τους συγκεντρωμένους, για ευνόητους λόγους.
δημάρχου της πόλης, ο οποίος αρνήθηκε με τόλμη να κατονομάσει τους Έλληνες αγωνιστές μέλη της αντίστασης, διατάζει την εκτέλεση του, μαζί με ορισμένους υπαλλήλους του δήμου, σε άλλο χώρο, μακρυά από τους συγκεντρωμένους, για ευνόητους λόγους.
Μέχρι το σούρουπο κάτω από την επιστασία
του Γερμανού Σούμπερτ, η σφαγή συνεχίζεται μέσα κι έξω από τον σκαμμένο τάφο
με πρωτοφανή θηριωδία.
Το
φρικτό έγκλημα είχε συντελεστεί. Τις επόμενες ημέρες γράφτηκε ο επίλογος του
θλιβερού αυτού γεγονότος για την πόλη μας. Θλίψη και οργή, θρήνος και εκδίκηση
ήταν τα συναισθήματα όσων βίωσαν τη μεγάλη σφαγή.
Το
απόγευμα της ίδιας ημέρας οι Γερμανοί άφησαν ελεύθερους και τους υπόλοιπους κρατουμένους.
Η
πόλη αρχίζει να ερημώνει.
Στις
18 Σεπτεμβρίου μέρος της πόλης παραδόθηκε στις φλόγες και οι Γερμανοί με τους
συνεργάτες τους εκτελούσαν όσους πολίτες συναντούσαν στο δρόμο.
Οι
νεκροί έμειναν εκεί, άταφοι.
Ο Σουηδός πρεσβευτής
Τύμπεργκ αναφέρει σχετικά τα εξής:
"Το
ένα τρίτο της πόλης καταστράφηκε από φωτιά. Οι Γιαννιτσιώτες εγκαταλείπουν την
πόλη. Καταφεύγουν στα χωράφια του βάλτου και διαμένουν σε πρόχειρες
καλύβες".
Ο
Εμίλ Βένγκερ που επισκέφθηκε τα Γιαννιτσά λίγες μέρες μετά την ομαδική εκτέλεση,
ως εκπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, γράφει χαρακτηριστικά:
"Τα
Γιαννιτσά είναι ήδη μία νεκρά πόλις".
. Έτσι λίγο πριν την απελευθέρωση της Ελλάδας
από τους Γερμανούς κατακτητές, η πόλη των Γιαννιτσών με το μαρτυρικό θάνατο των
120 περίπου κατοίκων της, συμβάλλει με αίμα στον αγώνα της πατρίδας.
Η
ηρωϊκή θυσία τους με επικεφαλής τον Δήμαρχό τους, μας αφίνει ως παρακαταθήκη και
ηθική ενίσχυση τα μηνύματα:
1.
Της ανδρείας και
του πατριωτισμού των Ε λλήνων στις δύσκολες στιγμές και ειδικά όταν απειλείται η
εθνική κυριαρχία μας που εκδηλώνεται μέσα από απελευθερωτικούς αγώνες.
2.
Της προσήλωσης στις
ηθικές αξίες και εθνικά ιδανικά.
3.
Της θυσίας για την
πίστη και την ελευθερία.
Απέναντι τους με
σεβασμό σκύβουμε το κεφάλι και υποκλινόμαστε στον πατριωτισμό τους.
Ας
ευχηθούμε όλοι μας να μην ξανάρθουν τέτοιες μέρες.
-Κλείνοντας θα ήθελα
να κάνω μια επισήμανση.
Την ώρα που κατατίθεται κάθε στεφάνι, ας σκεφθούμε
νοερά, ας φέρουμε την εικόνα μπροστά στα μάτια μας και ας αναλογισθούμε ότι συντελείται αυτή την στιγμή η απάνθρωπη
σφαγή των αδικοχαμένων προγόνων μας.
- Πως θα αισθανόμασταν
αν το βλέπαμε;
- Πως θα νοιώθαμε αν
συνέβαινε σε δικούς μας ανθρώπους;
- Πως θα αντιδρούσαμε
σε κάτι τόσο άδικο;
Εδώ είναι τόπος θυσίας και όχι μέρος
οποιασδήποτε αντιπαράθεσής μας.
Νομίζω πως η σιωπή
και η περισυλλογή είναι το καλύτερο που πρέπει να πράξουμε.
Ας είναι αιώνια η μνήμη τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου