Τρίτη 18 Μαΐου 2021

Μια γόνιμη πορεία, με πολλές προκλήσεις και εμπειρίες, που μπορεί να οδηγήσει σε ένα καλύτερο αλλά κυρίως διαφορετικό μέλλον.

 


ΕΛΛΑΔΑ - ΕΥΡΩΠΗ: ΣΑΡΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ 


 

Του Γιώργου Α. Παπανδρέου

Πρώην Πρωθυπουργού, Βουλευτή Αχαΐας του Κινήματος Αλλαγής

 

Σαράντα χρόνια μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, είναι ευκαιρία για έναν ουσιαστικό απολογισμό.

Απαραίτητος επίσης και ένας διάλογος, δημόσιος, γόνιμος, εμπροσθοβαρής, για τις προοπτικές μας. 

Πώς προσεγγίζουμε το μέλλον;

Αλλά κυρίως, πώς οραματιζόμαστε να είναι το μέλλον για την Ελλάδα και για την Ευρώπη;

Καλύτερο, αλλά και διαφορετικό.

 Η πατρίδα μας - όπως και η Ευρώπη -, βίωσε αλλεπάλληλες κρίσεις την τελευταία δεκαετία. Αυτές επανέφεραν τον υπαρξιακό προβληματισμό για την σημασία του ευρωπαϊκού μας εγχειρήματος. Σήμερα ξεκινάει ξανά η νέα συζήτηση για το Μέλλον της Ευρώπης. Καλείται, στο πλαίσιο αυτό, το κάθε κράτος μέλος, εμείς οι Ευρωπαίοι πολίτες, να καταθέσουμε με αίσθημα ευθύνης τις ιδέες μας. Να διαμορφώσουμε από κοινού αποφάσεις που θα καθορίσουν τις επόμενες σελίδες του πιο φιλόδοξου σχεδίου που οραματίστηκαν μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ο Alberto Spinelli με το Ventotene Manifesto, ο Robert Schuman, o Jean Monnet και τόσοι άλλοι. 

 Παρατηρώ συχνά, πολιτικούς και αναλυτές να αναφέρονται στην ΕΕ ως να είναι κάτι ξένο από μας. «Πάω στην Ευρώπη», ήταν μια φράση που χαρακτήριζε την υποσυνείδητη αποδοχή ότι εμείς είμαστε κάτι διαφορετικό. Ότι η Ευρώπη είναι ένα μακρινό κέντρο που κατά περίσταση και περίπτωση μας υποστηρίζει ή μας επιβάλει περιορισμούς. Είναι για αυτόν ακριβώς τον λόγο σκόπιμο, ξεκινώντας από την εκπαίδευση, να υπενθυμίζουμε τους λόγους και τις αιτίες που μας οδήγησαν να γίνουμε μέλη της τότε ΕΟΚ, όπως και να υπάρχει τακτική αξιολόγηση της δικής μας συμβολής στη διαμόρφωση της ΕΕ. 

Στη χώρα μας είναι προφανής η αναφορά και συζήτηση για τα ευρωπαϊκά κονδύλια που επέτρεψαν να γίνει ένα τεράστιο άλμα μπροστά σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη και τη βελτίωση του επιπέδου ζωής των Ελλήνων.

Αυτή η συζήτηση όμως, συσκοτίζει πολλές φορές τη σημασία των αγώνων των κινημάτων και των διανοούμενων για μια Ευρώπη, κοινότητα αξιών. Μια Ευρώπη με θεμελιώδεις αξίες και προοδευτικές οδηγίες σε θέματα κοινωνικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοκρατίας, ειρήνης και συνεργασίας των λαών και των πολιτών της.

Αυτές οι κοινές αξίες της Ευρώπης όμως, είναι εκείνες τελικά που μπορούν να ενώνουν τους πολίτες και να βγάζουν εμάς, αλλά και άλλους, από τη μοναξιά που έχει ένα «έθνος ανάδελφον». 

Σημειώνω ότι, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στις 28 Μαΐου του 1979, κατά την υπογραφή της Συνθήκης Ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, είπε: 

«Θα ἤθελα ἰδιαίτερα νὰ τονίσω ὅτι γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία θὰ δημιουργηθεῖ μία τόσο μεγάλη κοινότητα ἐθνῶν ποὺ βασίζεται στὴν ἐλεύθερη συγκατάθεση. Στὴν ἰσότιμη συνεργασία καὶ στὸν ἀμοιβαῖο σεβασμό. Καμιὰ χώρα δὲν ὑποχρεώθηκε νὰ προσχωρήσει στὴν Κοινότητα παρὰ τὴν θέλησή της. Καμιὰ δὲν παραμένει μὲ τὴν βία. Ὅλες, ἀντίθετα, ἔχουν λόγο στὴν διαχείριση τῶν ὑποθέσεών της. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ δημιουργία τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινότητος, σὲ σχέση μὲ προηγούμενες ἱστορικὲς ἐμπειρίες, εἶναι πρωτότυπη καὶ θὰ ἔλεγα ἐπαναστατική• κι ἔχει τεράστια σημασία, σὰν παράδειγμα γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα». Και πρόσθεσε: «Ἂν ἡ Εὐρώπη κινδυνεύσει σὰν μορφὴ διακυβερνήσεως καὶ σὰν τρόπος ζωῆς, θὰ εἶναι ἐντελῶς παράλογο νὰ πιστεύουμε ὅτι ἡ Ἑλλὰς θὰ μπορέσει νὰ διατηρηθεῖ σὰν μοναδικὴ ὄαση ἀνεξαρτησίας καὶ ἐλευθερίας στὴν ἤπειρό μας.» 

 

Η λογική της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ είχε να κάνει με τρεις άξονες: 

Πρώτο, την εμπέδωση της δημοκρατίας μετά από την περιπέτεια της επταετούς  χούντας. 

Δεύτερο, την ελπίδα μιας ευρύτερης ομπρέλας ασφάλειας σε μια γεωγραφική θέση με πολλές συγκρούσεις.

Τρίτο, την ευκαιρία μιας άλλης αναπτυξιακής πορείας. 

Στην πορεία των χρόνων, οι πρωταρχικοί μας στόχοι επιτεύχθηκαν. Πετύχαμε και πολλά άλλα. Όμως ό,τι πετύχαμε, το κάναμε όταν αισθανθήκαμε ουσιαστικό ισότιμο μέρος, υπεύθυνο, συμμετέχον στις ευρωπαϊκές διεργασίες. Όχι όταν φαινόμασταν ως ξένο σώμα που πελατειακά παρακαλούσε για κάποια «χατήρια». Όποτε είχαμε μια ενεργητική και δημιουργική συμμετοχή στα ευρωπαϊκά δρώμενα, αποκτούσαμε κύρος και σεβασμό. 

 Την άποψη ότι δεν πρέπει να είμαστε παθητικά μέλη αλλά να δίνουμε αγώνες για να κερδίσουμε όσα περισσότερα μπορούμε και να προωθούμε την έννοια μιας προοδευτικής Ευρώπης, είχε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη των χωρών του ευρωπαϊκού νότου η σκληρή μάχη που έδωσε και κέρδισε με αποτέλεσμα την καθιέρωση των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων (ΜΟΠ). Με αυτό το πνεύμα, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ έδωσαν διαχρονικά σημαντικές μάχες για μια Ευρώπη συνοχής και κοινωνικής αλληλεγγύης με τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, το Ταμείο Συνοχής και πολλές άλλες πρωτοβουλίες.  

Ο Ανδρέας Παπανδρέου οραματιζόταν μια πολύ πιο ισχυρή Ευρώπη. Και για τον λόγο αυτό ήταν κριτικός απέναντι της. Τρία αδύνατα σημεία που κατά την άποψή του είχε τότε η  Ευρωπαϊκή Κοινότητα ήταν: 

Πρώτο, η διαίρεση της Ευρώπης σε ψυχροπολεμικά μπλοκ που της αφαιρούσε την αυτόνομη πορεία της. 

Δεύτερο, η οικονομική ανισότητα που σε μια ενιαία αγορά θα ισοπέδωνε την εγχώρια παραγωγή, αν δεν υπήρχε μια οικονομική διακυβέρνηση που θα στήριζε τις φτωχότερες περιοχές και τον παραγωγικό ιστό τους.

Τρίτο, ο ρόλος των Βρυξελλών, ως εργαλείο των ισχυρών χωρίς τον απαραίτητο δημοκρατικά έλεγχο από τους λαούς της Ευρώπης.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου, δεν ήταν αντίθετος στην Ευρώπη, ήταν επικριτικός γιατί δεν είχε προχωρήσει η εμβάθυνσή της. 

Δεν ήταν τυχαία η παρέμβασή του στη Μαδρίτη, τον Δεκέμβριο του 1990.

Έπρεπε, έλεγε, η Ένωση να κάνει πολλά βήματα μπροστά. Μιλούσε για Πολιτική Ένωση η οποία προϋποθέτει την επεξεργασία ενός καταστατικού χάρτη που θα προβλέπει τον ομοσπονδιακό χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης καθώς και την χάραξη κοινής πολιτικής στα θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας. 

 Την ασφαλή επιβίωση της Ελλάδας και την ισότιμη συμμετοχή στα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων, υποστήριξε σταθερά και ο Κώστας Σημίτης, με βασικό στόχο την ένταξή μας στην Ευρωζώνη. Ένα επίτευγμα που απαίτησε σκληρή προσπάθεια και θυσίες απο τον Ελληνικό λαό και τη σημασία του οποίου, σήμερα, σε μια εποχή μεγάλης διεθνούς γεωπολιτικής αστάθειας, μπορούμε καλύτερα να κατανοήσουμε. 

Το 1999, επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με τη Συμφωνία του Ελσίνκι, πετύχαμε όχι μόνο την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και την ένταξη των Ελληνοτουρκικών σχέσεων σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο. 

Πετύχαμε την ευρωπαϊκή πορεία των Βαλκανίων.

Πετύχαμε στο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα να μπει ο όρος της αμοιβαίας συνδρομής. Δηλαδή, σε περίπτωση επίθεσης τρίτου κράτους σε κράτος – μέλος, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να συνδράμουν ακόμα και στρατιωτικά στην άμυνα αυτής της χώρας. 

Σήμερα, είναι εμφανές πόσο οι εξελίξεις αυτές διεύρυναν τους διπλωματικούς μας ελιγμούς και ενίσχυσαν την ασφάλειά μας. 

 

Λίγο αφότου ανέλαβα την Πρωθυπουργία της χώρας, το 2009, βρέθηκα αντιμέτωπος με μια παγκόσμια κρίση, κομβική όμως για την Ελλάδα και την Ευρώπη. 

Η διεθνής οικονομική κρίση χτύπησε την Ευρώπη, αγγίζοντας τον πιο αδύναμο κρίκο της την εποχή εκείνη, την Ελλάδα. Ανέδειξε τις ελλείψεις του εγχειρήματος, όπως τη απουσία μηχανισμών αντιμετώπισης παρόμοιων κρίσεων, οικονομικών ή άλλων. Δοκιμάστηκε στην πράξη η βασική αρχή της Ένωσης, η αρχή της αλληλεγγύης. 

Βρεθήκαμε μπροστά στην πιθανότητα μιας άναρχης εξόδου της Ελλάδας από την ΕΕ και την αποσταθεροποίηση της ίδιας της Ευρώπης. 

Ύστερα από πολύμηνο, σκληρό αγώνα, πετύχαμε μια μικρή επανάσταση για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Τη δημιουργία ενός Μηχανισμού που ήταν ο μόνος τρόπος να αποφευχθούν οι προαναφερθείσες δυσάρεστες εξελίξεις. 

Στις 21 Δεκεμβρίου του 2010, λίγους μήνες μετά τη λήψη αυτής της απόφασης έκανα τις ακόλουθες δηλώσεις: 

«Εντοπίσαμε και συγχρόνως τονίσαμε την ανάγκη μιας ισχυρής οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με πρώτο βήμα τη σύσταση ενός μόνιμου πλέον μηχανισμού στήριξης, που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά παρόμοιες κρίσεις των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δηλαδή, κράτη - μέλη που, κατά καιρούς, και λόγω γενικευμένης ανασφάλειας στην παγκόσμια αγορά, μπορεί να έχουν σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα.

Και με τον τρόπο αυτό, ούτε η οικονομία ενός κράτους – μέλους να κινδυνεύει, ούτε η ευρωπαϊκή συνοχή. Και μαζί, να αντιμετωπίσουμε και τις φημολογίες, που εύκολα κυκλοφορούν και λειτουργούν ως αυτο-επιβεβαιούμενες προφητείες στην αγορά, για καταστροφή της Ευρωζώνης και πολλά άλλα, όπως και το ότι η Ευρώπη δεν έχει τη βούληση ή την ικανότητα να αντιμετωπίσει παρόμοιες καταστάσεις, εάν υπάρξουν.

Η οδυνηρή για μας εμπειρία της κρίσης - θα πρόσθετα σήμερα και της κρίσης πανδημίας -, αποτελεί ευκαιρία για να κάνουμε ένα μεγάλο και νέο βήμα στην ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οικονομική διακυβέρνηση και στη θωράκιση του ευρώ.» 

Η φράση που ειπώθηκε αργότερα, αλλά πολύ αργά, ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πράξει ό,τι χρειαστεί για να διασφαλίσει τη σταθερότητα της Ευρωζώνης στο σύνολο της», ήταν μια απαραίτητη επανεπιβεβαίωση της αρχής της αλληλεγγύης αλλά και ένα έναυσμα για τη δημιουργία μέτρων πρόληψης μιας επόμενης συστημικής κρίσης. 

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι παρά τα πρόσφατα βήματα της, η ΕΕ δεν έχει λάβει τις πρόνοιες που θα καθιστούσαν και το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα πιο δίκαιο. Την Ευρώπη πρωτοπόρα στον αγώνα για μια δημοκρατική διακυβέρνηση στον κόσμο. 

Αρκεί να υπενθυμίσω μερικές από τις προτάσεις που κατέθεσε από την αρχή της κρίσης η κυβέρνησή μας. Προτάσεις, που ενώ τώρα πια συζητούνται ευρύτερα, εντούτοις διαπιστώνεται ολιγωρία στην υλοποίησή τους λόγω της έλλειψης αποφασιστικότητας εκ μέρους κυρίως των συντηρητικών ηγεσιών. Οι πιο σημαντικές από αυτές είναι ο έλεγχος και η ρύθμιση των αγορών, ο έλεγχος και η ρύθμιση των φορολογικών παραδείσων, της ροής των κεφαλαίων, ο φόρος επί των τραπεζικών πράξεων, ο φόρος σε σχέση με τα αέρια του θερμοκηπίου, τα ευρωομόλογα για το χρέος αλλά και για την πράσινη ανάπτυξη, οι κοινές πολιτικές ανάπτυξης που μπορούν να συμβάλουν στην ομογενοποίηση της Ευρώπης, όπως οι κοινές πολιτικές για την παιδεία, την υγεία και την εργασία κ.ά. 

Σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής που συνδέεται και με ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης, ως Υπουργός Εξωτερικών εγκαινίασα την περιβαλλοντική διπλωματία, με το σκεπτικό ότι η απειλή της οικολογικής καταστροφής μπορεί και πρέπει να ενώνει τους λαούς μας.

Πίστευα και πιστεύω ότι, η ευρύτερη περιοχή μας μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για τον υπόλοιπο κόσμο. Είναι γεγονός πως, σε ό,τι αφορά τα περιβαλλοντικά ζητήματα η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά από πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη. Όμως χρειάζεται να γίνουν πολύ περισσότερα πράγματα και η ΕΕ να υπερασπιστεί τρεις βασικές έννοιες - αρχές:

- Κλιματική Δικαιοσύνη: η μετάβαση σε μια πράσινη κοινωνία, πρέπει να ενσωματώνει την κλιματική δικαιοσύνη. Έχουμε τεράστιες ανισότητες στο σύγχρονο κόσμο - και δεν μπορούμε να ρίξουμε το βάρος της μετάβασης στη μεσαία τάξη και στους φτωχούς της γης.

- Κλιματική Δημοκρατία: που σημαίνει, αυτή η μετάβαση να γίνει «ιδιοκτησία του πολίτη», με τη συνεχή συμμετοχή του στις αποφάσεις, με την αναβάθμιση των δημοκρατικών μας θεσμών.

- Κλιματική Παιδεία: που σημαίνει, να δώσουμε τα εργαλεία στη νέα γενιά για την μετάβαση σε νέες μορφές, νέους τύπους κατανάλωσης, νέους τύπους αγορών, νέους τύπους και σχέσεις παραγωγής.

Στη μεγάλη συζήτηση για το Μέλλον της Ευρώπης πρέπει να τεθούν στο τραπέζι του διαλόγου όλα αυτά τα θέματα και η Ελλάδα να συμβάλει με ιδέες  και θέσεις.

Στην  προηγούμενη συζήτηση για το Σύνταγμα της Ευρώπης δώσαμε μάχες και έγινε δεκτή η πρότασή μας για τη δυνατότητα πρωτοβουλίας ενός εκατομμυρίου πολιτών με στόχο την άμεση παρέμβαση στο νομοθετικό έργο  της Επιτροπής, που αποτελεί  βασική διάταξη της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. 

 

Είναι ευκαιρία λοιπόν, να γίνουν πιο τολμηρά βήματα για την προώθηση κομβικών αλλαγών που θα διασφαλίσουν μια πιο δημοκρατική, λιγότερο γραφειοκρατική και πιο διαφανή λειτουργία της ΕΕ. Μεταξύ αυτών, η εκλογή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από τους πολίτες, η δυνατότητα πανευρωπαϊκών πολιτικών σχηματισμών στις Ευρωεκλογές, η θεσμοθέτηση αντιπροσωπευτικών συνελεύσεων πολιτών με ουσιαστικό ρόλο στις αποφάσεις για σημαντικά ζητήματα. 

Η Ευρώπη προ 70 ετών είχε ως στόχο την εμπέδωση της ειρήνης στην ήπειρο μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους. Σήμερα η πρόκληση είναι όχι μόνο να διατηρήσει ζωντανό αυτόν τον στόχο για την ήπειρό μας αλλά να παίξει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης. Δίνοντας οξυγόνο στις αξίες της συμμετοχικής δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της οικολογικά βιώσιμης ανάπτυξης και της ειρηνικής πολυμερούς συνεργασίας. Δαμάζοντας επίσης, τις τεχνολογικές εξελίξεις, ώστε να υπηρετούν τον άνθρωπο και όχι ισχυρά κέντρα οικονομικής ή πολιτικής εξουσίας. 

Η Ευρώπη δεν πρέπει απλώς να διαχειριστεί τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης. Πρέπει να συμβάλει στον εξανθρωπισμό της.   

Ως Ελλάδα, ως Έλληνες Ευρωπαίοι πολίτες, έχουμε ακόμα πολλούς αγώνες να δώσουμε για την Ευρώπη. 

Μια Ευρώπη όπου οι μικρές χώρες αλλά και οι πολίτες θα έχουν φωνή και ρόλο στη λήψη των αποφάσεων. 

Μια Ευρώπη, που μέσα από την οικονομική ένωση, θα μας προστατεύει από μελλοντικές κρίσεις με αλληλεγγύη μεταξύ των λαών. 

Μια Ευρώπη, που θα μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις επόμενες πανδημίες αλλά και τις νέες τεχνολογικές προκλήσεις που αλλάζουν ριζικά το τοπίο της εργασίας.

Μια Ευρώπη, που υιοθετώντας την πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη, την καθαρή ενέργεια, θα δημιουργήσει μια νέα αναπτυξιακή προοπτική για τις επόμενες γενιές. 

Μία Ευρώπη, δυνατή στον κόσμο ως πρότυπο ανάπτυξης με δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. 

Αυτό το όραμα, Έλληνες και όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι πολίτες, καλούμαστε να το υλοποιήσουμε μαζί. 

Οι προοδευτικοί Ευρωπαίοι πολίτες, μπορούν να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη αυτής της αναγκαίας συλλογικής προσπάθειας, στην πορεία για μια Ευρώπη που θα προσφέρει αξιοπρέπεια, ελπίδα και βιώσιμη προοπτική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

https://www.meapopsi.gr/2021/06/blog-post_89.html#more